Μέχρι το φάρο

«Ποιος θα τον κατακρίνει; Ποιος δε θ’ αναγαλλιάσει μυστικά όταν ο ήρωας βγάλει την πανοπλία και σταθεί στο παράθυρο να κοιτάξει τη γυναίκα και το γιο του, που πολύ μακρινοί στην αρχή, σιγά σιγά όλο και πλησιάζουν, μέχρι που χείλη και βιβλίο και κεφάλι βρίσκονται ολοκάθαρα μπροστά του, αν και είναι ακόμα υπέροχα και ξένα απ’ την ένταση της απομόνωσής του και απ’ την ερημιά των αιώνων και το χαμό των άστρων, κι αν τέλος βάζοντας την πίπα του στην τσέπη και σκύβοντας μπροστά της το μεγαλόπρεπο κεφάλι του – ποιος θα τον κατακρίνει αν προσκυνήσει την ομορφιά του κόσμου;»